Αναστολή

Η “Αναστολή” αναφέρεται στη διαδικασία κατά την οποία αναστέλλεται η ισχύς ή η εκτέλεση ενός συγκεκριμένου μέτρου, δικαιώματος ή απόφασης. Στο νομικό πλαίσιο, μπορεί να σημαίνει την παύση ή αναβολή εφαρμογής μιας δικαστικής απόφασης ή διοικητικής πράξης, μέχρις ότου ληφθεί μια τελική απόφαση ή εκδοθεί νέα διάταξη. Στην καθημερινή γλώσσα, μπορεί να χρησιμοποιείται για να περιγράψει την προσωρινή διακοπή μιας δραστηριότητας ή διαδικασίας, όπως συμβαίνει σε περιπτώσεις απεργίας, διαμαρτυρίας ή άλλων κοινωνικών κινήσεων. Στις επιστήμες, αναστολή μπορεί επίσης να αναφέρεται σε μηχανισμούς που περιορίζουν ή εμποδίζουν τη λειτουργία ενός βιολογικού ή χημικού συστήματος.

Ο Σοκαριστικός Κινήσεις του Τραμπ: Αναστάλθηκε το Πρόγραμμα Φόρτισης Ηλεκτρικών Οχημάτων 5 Δισ. Δολαρίων

Ο πρόεδρος Τραμπ έχει αναστείλει μια ομοσπονδιακή πρωτοβουλία ύψους 5 δισεκατομμυρίων δολαρίων για την επέκταση της υποδομής φόρτισης ηλεκτρικών οχημάτων (EV). Αυτή η απόφαση έχει προκαλέσει σημαντικές πτώσεις στις μετοχές…